}

Κυριακή 1 Σεπτεμβρίου 2019

Η λίστα του αναποφάσιστου

00.00 Αναπτύσσεται μια νύχτα σαν άγονο αγρόκτημα στην άκρη του σύμπαντος.

00.07 Το σύμπαν αναμένει βλαστάρια και καρπούς. Προγραμματίζει την βρώση και την πόση των νηστικών. Απόψε γράφει στη σπονδυλική τους στήλη αναστενάγματα. Οι μαγνήτες έσμιξαν για λίγο μεταξύ τους και μεταμόσχευσαν απωθημένα.

01.32 Στις τσέπες των ματιών κυκλοφορούν μυρμήγκια και τ' αστέρια κλέβουν τους σπόρους τους. Θα δούμε. Τι θα δούμε; Οι γελωτοποιοί είναι βαρετοί, στους δε θαυματοποιούς στείλτε εγκύκλιο ότι τα δύσκολα δεν λύνονται με θαύματα.

02.27 Το σώμα είναι άχρωμο, σαν το νερό στ' αυλάκι. Πολύ υγρό για να είναι αληθινό. Αν ήταν αληθινό, θα γινόταν πόλεμος.

03.03 Ενθύμιον πολέμου, ένα περίστροφο που περιστρέφεται χορεύοντας και μια ρυτίδα πάνω από το στόμα. Τσάκιση. Αρμονική, όμορφη και αρκούντως θλιβερή.

03.04 Στόματα αγνώστου προελεύσεως πηγαινοέρχονται στην κουζίνα, ζητώντας επίδομα πείνας και εκτελώντας πτώση στα σκουπίδια.

04.55 Μια λάμψη θα μπορούσε να δώσει λύση στα ζητούμενα ανακατεμένα μαλλιά των δεσποινίδων.

05.17 Αλλά εκείνες συνεχίζουν να παίζουν πιάνο στον ύπνο τους και στο ξύπνιο τους φιλούν βατράχια.

06.02 Τα πόδια τους ανοίγουν, άρα ακόμη θέλουν κι άλλο, κι άλλο.

06.03 Κι άλλο.

06.45 Η σκεπή μπάζει νερά και οι πετεινοί με τεντωμένα λαρύγγια αυνανίζονται. Κι ένα μικρό θαλάσσιο ερπετό αναρριχάται στα πόδια σας, καταργώντας την ισότητα.

7.01 Χαϊδεύεται στα πόδια ένας σκύλος που άφησε τα δόντια του πέρυσι στο κεφάλι του αφεντικού.

07.49 Το αφεντικό μάλλον τρελάθηκε, κατά το κοινώς λεγόμενον. Έτσι συμβαίνει στον καπιταλισμό. Τα φρέσκα νέα περιμένουν απολέπιση, τηγάνισμα και πέταμα. Άσχετη διαπίστωση προς συμπλήρωση του κενού μεταξύ μιας σιωπής και μιας λέξης. Ναι.

08.09 Ο άγνωστος στρατιώτης σηκώνει μια ψευδαίσθηση βαρύτητας, περιμένοντας την τελευταία μαχαιριά μέσα στην ομίχλη.

09.10 Εκείνη δεν έρχεται ποτέ. Χάνεται στο αιώνιο πέταγμα των όρνεων της Κλεισούρας. Η μαχαιριά, όχι εκείνη. Εκείνη δεν υπάρχει.

10.11 Κι όλα πετούν τριγύρω ανυπόφορα.

11.12 Κι όλα πέφτουν έξω ζαλισμένα.

12.13 Μερικά αυτοπροσδιορίζονται ως όνειρα, προκειμένου να γλιτώσουν την καταδίκη και ν' αντέξουν τη διάψευση.

13.14 Σε αγαπώ τόσο πολύ, που σχεδόν δεν υπάρχω. Αυτό κι αν είναι μαγεία.

15.00 Έχω φύγει. Εσύ που έχεις μείνει μπορείς να χαζεύεις τις πυγολαμπίδες. Αναβοσβήνουν υποκαθιστώντας το λειψό φεγγάρι. Είναι κι αυτό μια κάποια λύση κατά την έλλειψη φωτισμού.

17.21 Στάση ενός λεπτού για αιώρηση.

18.00 Σιξ σεξ σαχ.

19.32 Ετοιμοπαράδοτος εαυτός ελαφρύς σαν μοριακή σκνίπα τρακάρει με φορά στη τζαμαρία, αφήνοντας το μικρό του μέγεθος για αρχειοθέτηση στον μεγάλο κόσμο.

20.01 Το σούρουπο έχει ένα χρώμα ακατανόητο, σαν το μυαλό μιας γυναίκας που τσιριζει πάνω από το σιωπηλό κεφάλι του ανδρός της.

22.58 Εκείνος έμαθε να μην ακούει και, όταν παρακούει, μονολογεί πόσο άριστα μπορεί να τακτοποιεί τα ενδεχόμενα.

23.00 Μην ξεχάσεις να ποτίσεις τα λουλούδια. Αλλά κι αν ξεχάσεις, μικρό το κακό. Θα τα κρεμάσουν αποξηραμένα σε κάποια αποθήκη οι συλλέκτες των αχρήστων. Τα λουλούδια πάντοτε βρίσκουν το δρόμο τους, όσο τραχύς κι αν είναι. Μη γελιέστε. Δεν πρόκειται περί ηθικού διδάγματος, αλλά περί μιας φαντασιακής αναδρομής.

23.59 Τέλος χρόνου, γυρίστε πάραυτα στις κάψουλες. Οι κακοί πλησιάζουν. Πρέπει να κρυφτείτε, μη σας βρουν. Εγώ, έτσι κι αλλιώς είμαι αόρατη ή ορατή για τους τυφλούς. Κι έτσι η ορατότητα είναι ένα ζήτημα λυμένο.